Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

(do not) give away your own chance

μια χαρισμένη ευκαιρία



Η NOLLY ξεκίνησε ως ανορθογραφία. Molly την ήθελαν οι χίπηδες γονείς της. Αλλά η σχεδόν κουφή μεσήλικας υπάλληλος του ληξιαρχείου τής περιοχής της (ενός μικρού χωριού στην Πολιτεία τής Νέας Υόρκης, κοντά στα σύνορα με τον Καναδά) την άκουσε ‘Nolly’. Οι χίπηδες γονιοί της δήλωσαν τη μονάκριβη κόρη τους στο ληξιαρχείο ακριβώς την τελευταία μέρα πριν η υπάλληλος Sheila Bryan πάρει σύνταξη. Nolly! Nice name! Originality!”, χαμογέλασε η Sheila, και έβαλε την τελευταία υπογραφή της στα κατάστιχα. «Καλότυχο να ’ναι το κοριτσάκι σας, η Nolly σας, και θα είναι, γιατί και εγώ είμαι γουρλού, κι ακόμα περισσότερο, είναι η τελευταία δήλωση που περνάω στην τελευταία μέρα μου στη δουλειά. Είθε να μην αφήνει ευκαιρία ανεκμετάλλευτη», έγειρε και είπε στους χίπηδες γονιούς τής (πλέον) Nolly.
Οι γονιοί της άφησαν το λάθος να ισχύσει. Τι Μ, τι Ν. Ήταν κι αυτοί οπαδοί των ευκαιριών. Αφού στην κόρη τους δόθηκε η απρόσμενη ευκαιρία για ένα πρωτότυπο όνομα, γιατί να επέμβουν;
Μεγαλώνοντας η Nolly έγινε μουναρομούναρος. Η φωτογραφία είναι σταγόνα μόνο από τον ωκεανό τής λαγνείας της. Από νωρίς, η Nolly κατάλαβε δυο πράγματα. Ένα. Ο κόσμος μας είναι λιμπιντοκίνητος, κι όποιος πει το ανάποδο δεν ξέρει τι του γίνεται. Δεύτερο που η Nolly κατάλαβε: ότι… πώς να το πούμε… τα μελλούμενα ήταν σε θέση να τα διαβάσει. Πολλές φορές, πολλές μα πολλές φορές, έβλεπε μέσα στην ψυχή των δίπλα της. Απόφευγε έτσι τους τοξικούς κι επικίνδυνους με τις μοχθηρές σκέψεις. Και συχνά, κάθε τόσο, πρόβλεπε την κατάληξη πολλών ανθρώπων. Μια φορά, είχε γνωρίσει έναν δρομέα. Απελπισμένο που είχαν μπλοκάρει οι χρόνοι του στα δέκα χιλιόμετρα, εδώ και τρία χρόνια σε ένα 43:07. Την επομένη είχε αγώνα (road race) μες στη Νέα Υόρκη, όπου πια ζούσε η Nolly, και δεν είχε όρεξη να κατέβει, παρότι είχε δηλωθεί και είχε πάρει νούμερο και τσιπάκι. Με τον που τον είδε (για πρώτη φορά και του έκανε χειραψία γνωριμίας), ένα 40:00 φλάσαρε πάνω στο κεφάλι του. Λίγο αργότερα, ο δρομέας τής διηγήθηκε τον πόνο του. Η Nolly με συμπάθεια πλάταινε τα χείλη της σε ένα γνήσιο χαμόγελο. «Θα πας. Θα τρέξεις. Και θα με θυμηθείς».
Ο δρομέας, μην έχοντας να χάσει και τίποτα, στήθηκε στην εκκίνηση του δεκαριού το επόμενο πρωί. Έτρεξε σαν αλλοπαρμένος. Ξερνούσε στο φινάλε. Το χρονόμετρο είχε γράψει 40 λεπτά ακριβώς. Αυτή η μυστηριώδης Nolly είχε επαληθευτεί.
Ήταν η εποχή που η Nolly παρτουζωνόταν συνεχώς. Απολάμβανε τους πούτσους αχόρταγα. Βουλιμικά. Ενίοτε με τη φίλη της την Pam. Πολλές φορές, Pam και Nolly, είχαν ξεσκιστεί με έναν όμορφο και τρελαμένο-για-γαμήσι Jeff. Ο Jeff, συμφωνούσαν κι οι δύο, ήξερε να χαρίζει οργασμούς στις γυναίκες. Και δεν ήταν και μπρόκολο στα μυαλά. Τον ποθούσαν με όλο τους το είναι και οι δύο.
Μόλις είχαν τελειώσει ένα κατεδαφιστικό τρίο, Pam, Nolly και Jeff, όταν η Nolly είδε την ευκαιρία. Είδε ότι ο Jeff ήταν η ευκαιρία της. Η ευκαιρία της να κάνει παιδιά (την είχαν πάρει τα σαράντα). Δύο παιδιά. Είδε δύο παιδιά. Ένα αγόρι κι ένα κορίτσι. Και είδε και μια ζωή, γεμάτη γαμήσια, παρτούζες, λεφτά (ο Jeff ήταν πετυχημένος χρηματιστής), αλλά και ενδιαφέρον. Ο Jeff, ήταν σίγουρη η Nolly, νοιαζόταν για αυτήν. Όμως, η Nolly δεν είχε αυτόν τον τυποποιημένο τρόπο σκέψης. Της άρεσε, πού και πού, να πειραματίζεται. Και, μια που η Pam ήταν φίλη αληθινή και δοκιμασμένη, αποφάσισε να της χαρίσει την ευκαιρία.
Την ευκαιρία για μια συναρπαστική και ανέμελη κι ανέφελη ζωή.
Λίγο ασκώντας τις παραφυσικές ικανότητές της, λίγο ενορχηστρώνοντας καταστάσεις, πάσαρε την ευκαιρία και τον Jeff στην Pam. Ένα γκρίζο μόνο την απασχολούσε έντονα. Ένα δυσδιάκριτο, κάπως μακρινό, γκρι, που αχνοφαινόταν στον ορίζοντα. Δεν έδωσε σημασία. Το προσπέρασε.
Pam και Jeff παντρεύτηκαν. Όπως το περιμένουμε, γέννησαν κόρη και γιο. Τα threesomeάκια αραίωσαν, αλλά συνέβαιναν..
Κάποτε, σε ένα γενέθλιό της, η Nolly κέρασε ένα ταξίδι στο μικρό χωριό της σε Jeff και Pam. Έμειναν και οι τρεις στο πατρικό τής Nolly.
Κάποια στιγμή, ο Jeff και η Pam βγήκαν για να αγοράσουν γάλα. Δεν έδωσαν σημασία σε ένα αυτοκίνητο που έτρεχε ανεξέλεγκτα ξέφρενα –τι δΓιάλο, θα σταματούσε στο φανάρι. Μόνο που η οδηγός του, μια ηλικιωμένη γυναίκα, κουφή από καιρό, είχε πάθει εγκεφαλικό πάνω στο τιμόνι, ξεψυχώντας ακαριαία. Το αυτοκίνητο (με τη νεκρή οδηγό Sheila Bryan) παρέσυρε στον θάνατο το ζευγάρι. Στο πατρικό της σπίτι, η Nolly την ίδια ώρα, ξεσπούσε σε ένα ουρανόμηκες, τρομαχτικό ουρλιαχτό.
Δεν άφησε κανέναν, έκτοτε, να την ξαναπεί Nolly.
Κανείς ποτέ δεν κατάλαβε για ποιον λόγο άλλαξε το όνομά της σε Molly.

Γιάννης Γ. Σημαντήρας


Στον Jim. Που μου χάρισε (χωρίς να το ξέρει) την ιδέα τής χαρισμένης ευκαιρίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: