Τρίτη 3 Ιουνίου 2008

short story

O KENΤΡΟΜΟΛΟΣ

…Ω, ΡΕ ΜΑΓΚΑ ΜΟΥ, γίνονται απερίγραπτα πράγματα στο Κέντρο τής Θεσσαλονίκης. Δικιολογημένα το λένε ‘Ιστορικό Κέντρο’, αφού ένα σωρό ιστορίες, εντυπωσΧιακές και απίστευτες, μπορεί να παρακολουθήσει κανείς εκεί. Αρκεί να θέλει βέβαια. Γιατί, για τους πολλούς, οι ιστορίες που εγώ έχω δει να συμβαίνουν στο Ιστορικό Κέντρο τής Θεσσαλονίκης, είναι μη-ορατές. Μη γελάτε, ρε! Δεν έχουν όλοι την ικανότητα να τα βλέπουν όλα –δεν το ξέρετε;
Επαναλαμβάνω: γι’ αυτό λέμε το Κέντρο τής Θεσσαλονίκης Ιστορικό. Γιατί όλο και σε κάπΧοια ιστορία θα πέσεις τριγυρνώντας μέσα σ’ αυτό. Α! Εμένα με φωνάζουν οι χιλιάδες φίλοι μου, γιατί έχω αμέτρητους φίλους, στίφη από φίλους, εμένα «κεντρομόλο» μ’ ανεβάζουν, «κεντρομόλο» με κατεβάζουν. Μ’ αρέσει, όμως. Δεν παραπονιέμαι. Ίσα-ίσα. Με περιγράφει πιστά. Είμαι κεντρομόλος, γιατί μια δύναμη μυστήρΓια με τραβάει προς το Κέντρο. Το Κέντρο τής Θεσσαλονίκης. Και, πάντως, χίλιες φορές κεντρομόλος, παρά φυγόκεντρος. Άκου φυγόκεντρος! Αηδία είναι…
Τις προάλλες, ακόμα κι εγώ, ο Μέγας Κεντρομόλος, που τόσα και τόσα έχουν δει τα μάτΧια μου στο Κέντρο τής Σαλόνικας, έπαθα καραπλακάρα ασούμε! Ντάλα καταμεσήμερο στην Παραλία, κι ενώ αμέριμνοι περαστικοί απολαμβάνουν «πέραβρέχει» τον περιπατάκο τους, λεφούσΧια ολόκληρα από Νορμανδούς ναύτες αποβιβάζονται και αρχίζουν τους αλαλαγμούς και τις κλαγγές των όπλων. Ω, ρε μάγκα μου, λέω, εδώ είμαστε. Αυτοί οι δΓιαβάτες, οι περιπατητές τής Παραλίας την έχουν άσχημα! Θα τους πετσοκόψουν οι αιμοδιψείς Βίκινγκς! Ρε, χαμένοι, θα σας φάνε λάχανο οι Νορμανδοί, κουνηθείτε! Τρεχάτε, ρε, τρέχτε, να σωθείτε! Αρχίζω να φωνάζω. Οι παραλιακοί δΓιαβάτες και δρομείς ίσα που γύρισαν να μου ρίξουν μια ματΧιά, ίσως και κοροϊδευτική. Είναι 1185, ρέιιι, εξακολουθώ να φωνάζω εγώ. Είναι το έτος 1185, ρε, και οι Νορμανδοί θα κάνουνε μακελιό, θα μας πάρουν τη Θεσσαλονίκη, ρε! Μερικοί άρχισαν να χαχανίζουν, εμφανώς ειζβάροζ μου. Έτσι είστε, ρε; Μην σώσετε και σωθείτε, παλιοτόμαρα! Αλλά όχι… όχι, πρέπει να βάλω τη σφραγίδα μου στην Ιστορία, στην ιστορία ετούτη, αλλά και στην Ιστορία με Κεφαλαίο Γιώτα. Πρέπει να σώσω ΕΓΩ τη Θεσσαλονίκη από τουζ Νορμανδούς. Δίνω μια, και -χοπ!- ανεβαίνω στο μεγαλύτερο πλοίο τού νορμανδικού στόλου, όπου -υποθέτω- αράζει ο αρχηγός τους. «Μεγάλε, για να σου πω δΓυο φωνήεντα», του κάνω. «Ή μάλλον ένα σύμφωνο. Σύμφωνο ειρήνης. Και ανακωχής. Πάρτε ό,τι θέλετε. Αγαθά, φαγώσιμα, κότες… χρυσαφικά, αλλά μην μας μακελεύετε. Αν όχι για μας, κάντε το για την υστεροφημία τής φυλής σας». Βέβαια, εγώ δεν ξέρω λέξεις όπως «υστεροφημία», και φυσικά δεν ξέρω και νορμανδικά. Αλλά θα μου ήρθε καμιά επιφοίτηση, αφού ο Νορμανδός κάπτεν με άκουσε και μου έσφιξε το χέρι. «Εντάξει», μου απάντησε. «Θα πάμε να πατήσουμε μια άλλη πόλη. Ίσως στη Χαλκιδική εδώ γύρω». Έτσι, χωρίς να το πάρει χαμπάρι κανείς, αναδείχτηκα σε μυστικό σωτήρα τής πόλης.
Και για να μη με νομίσετε για φαντασΧιόπληχτο, θα σας αφηγηθώ και την άλλη ιστορία, που μου έτυχε τρειζ μέρες πριν. Τρεις τα ξημερώματα. Έξω από το Ρέζιντεντς. Στη γνωστή Στρατηγού Κανάρη. Ναι, ρε: Κανάρη. Όχι Καλλάρη. Κανάρη. Ναυάρχου Κανάρη. Αλλά να μην κολλάω στα ονόματα, δεν είμαστε για καθυστερήσεις, δεν έχω πολύ χρόνο, στη ζούλα τα διηγούμαι όλα τούτα. Τρεις τα ξημερώματα, έξω από το Ρέζιντεντς, στο Κέντρο τής Θεσσαλονίκης, μια ομάδα από έντεκα λευκοντυμένους άντρες, νεαρούς, γύρω στα εικοσιπέντε, άσπρο πουκάμισο-άσπρο παντελόνι όλοι τους, συνωμοτούσε εναντίον μου. Και καλά ψουψουψου και χαχαχαχουχουχού, πίσω από την πλάτη μου τα κωλόπαιδα. Με περιγελούσαν φανερά. ΠΧοιον εμένα, που έχω χιλιάδες φίλους, και άμα λάχει, φωνάζω τον Αττίλα, που είναι και κολλητόζ μου, και τους κάνει κιμά στο πιτς φιτίλι. Είχαν κάνει κύκλο τα άτομα, και με σχολίαζαν. Έντεκα μαντραχαλαίοι, που, αντί να κοιτάνε τα χάλια τους τα μαύρα -τα άσπρα ήθελα να πω-, μου σούρνουνε ειρωνείες και σουπαμούπες. Καλλάααα, μάγκες. Καλλάαα… Ο Κεντρομόλος δεν θα την συγχωρήσει αυτήν την απρέπεια. Ξέρω τον αρχηγό σας, ρε βλάκες, και θα τον κάνω να πληρώσει την αδικία. Τον γνωρίζω εγώ τον αρχηγό τους. Έχει μαγαζί με ινδικά είδη στην Αγίας Σοφίας. Στικάκια, αρώματα, πατσουλιά, ξύλινα έπιπλα… Ωραίο μαγαζί, αλλά ωζ γνωστόν, τα ωραία μαγαζΓιά, ωραία καταστρέφονται.
Περιμένω να πάει τέσσερις να ξεκουμπιστούνε και να ροχαλίσουν όλοι. Και πετάγομαι σφαιράτος έξω από το μαγαζί του στην Αγίας Σοφίας. ΠΧιο κέντρο δεν έχει. Παίρνω και κάτι μπάζα, και πετροβολώ τη βρομοβιτρίνα του! Το επόμενο που θυμάμαι, είναι εμένα μες στα αίματα, τζάμια και τζαμάκια παντού, κατάχαμα και κατάσαρκα πάνω μου, σειρήνες, σειρήνες περιπολικού και σειρήνες ασθενοφόρου. Καλά, τα ξέρω, δεν είναι πρώτη φορά, τα έχω ξαναπεράσει, ξέρω και τη συνέχεια, γιατροί, νοσηλευτές, σύριγγες και χάπΧια. Δεν με πτοούν αυτά. Εκείνο που με καταρρακώνει, είναι ότι κανείς τους δεν πιστεύει. Κανείς γιατρός δεν πιστεύει τι απίθανα πράγματα συμβαίνουνε στο κέντρο τής Θεσσαλονίκης. Κανείς δεν θα μου αναγνωρίσει ότι έσωσα όχι μόνο το κέντρο, αλλά ολόκληρη την πόλη από τους άξεστους Νορμανδούς. Κανείς τους δεν θα πάρει πρέφα την εντεκάδα των ασπρουλιάρηδων, που με κακολογούν νυχτΧιάτικα.
Ω, ρε μάγκα μου, όχι Σταυρούπολη. Όχι Σταυρούπολη. Χάθηκε η Ψυχιατρική τού ΑΧΕΠΑ; Σταυρούπολη ίσον εξορία, ίσον εξόντωση για τον Κεντρομόλο. Ενώ στο ΑΧΕΠΑ είμαι στο στοιχείο μου, είμαι σαν στο σπίτι μου. Στο κέντρο.
Τουλάχιστον, με έχωσαν σε θάλαμο κεντρικό στα Οξέα Περιστατικά τής Σταυρούπολης. Αυτό είναι προς τιμήν τους. Είναι πολύ ενθαρρυντικό. Ένδειξη ότι συναισθάνονται την κεντρομολοσύνη μου. Πέντε κρεβάτΧια έχει ο κεντρώος μου θάλαμος στη Σταυρούπολη, στις τέσσερις γωνιές του, κι ένα στο κέντρο. Με αδΓειάζουνε ημιμαστουρωμένο από τα φάρμακα, ανήμπορο να αντιδράσω, στο ένα γωνιακό με παράθυρο. Λες και μου κάναν χάρη, που θα έχω παράθυρο. Παραχώρηση.
Το επόμενο πρωί, σκάει μύτη ο αρχιγιατρός με έναν χάχα ψυχολόγο, που είναι πολύ γκάου. Θα έχει να πάει με γυναίκα από την απόβαση των Νορμανδών στη Θεσσαλονίκη. Του βάζω ένα δεκάευρω στην τζέπη, και του λέω:
«Να σου πω, ρε φίλε, θα ήταν μήπως δυνατόν να καπαρώσω το κρεβάτι στο κέντρο;»

Γιάννης Γεωρ. Σημαντήρας
το μαγαζί με τα στικάκια και τα αρώματα του αρχηγού των λευκοντυμένων, κάπου στο κέντρο

(στην κορυφή τού πόστ ο κεντρομόλος στο κέντρο μιας φωτό)

5 σχόλια:

Tertuliano Máximo Afonso είπε...

Τρέεεελα

haxou aka joy! είπε...

Από τις -σπάνιες- φορές που θα συμφωνήσω με τον Τερτουλιάνη: τρέλα - κι άγιος ο θεός.

(...μη στεναχωριέσαι, ήρωα κεντρομόλε: όλους τους σωτήρες της ανθρωπότητας τούς θεώρησαν κάποτε άτομα τρελά.)

Ανώνυμος είπε...

Μούρλιαααα και μούρλα(τρέλα,που λέει και ο Τερτούλ).

Να υποθέσω ότι ο Κεντρομόλος πλήρωνε τους λογαργιαζμούς του στα κεντρικά του ΟΤΕ,ΔΕΗ κτλ?

Μου άρεσε η πολλαπλή χρήση αργκό εκφράσεων όπως"ω ρε μάγκα μου,στη ζούλα,θα σας φάνε λάχανο,ασούμε,καραπλακάρα,γκάου,χαχας,πιτς φιτίλι,καπαρώσω κτλ).Και μέσα σε όλα αυτά να σου το "αιμοδιψείς","υστεροφημία"
Ε ναι λοιπόν,κέντρισε το ενδιαφέρον μας ο Κεντρομόλος σου Γιάννη!

Ανώνυμος είπε...

Ω θεέ μου. Είχε ΚΑΙ αυτό αυτοβιογραφικά στοιχεία?
Θα αυτομολήσω....

Leigh-Cheri είπε...

Ααα! Να σου πω! Κεντρομόλε!
Είδαμε και πάθαμε να μάθουμε την Καλλάρη (πάλι εξαιτίας σου, αν θυμάσαι). Δεν θα μας την αλλάξεις τώρα πάλι. Κι άστα αυτά περί τρέλας. Δε με πείθεις καθόλου και δεν σε δικιολογώ.

ΥΓ: Έχεις σκεφτεί να το γυρίσεις στην υποκριτική; Υπέροχο το σόου σου χθες! Τέτοιο πάθος είχα ν' ακούσω χρόνια! LOL!